Eίναι μερικά βράδια που η αλήθεια και το ψέμα παίζουν κρυφτό μες στο μυαλό σου...
Ο φόβος κατακλύζει το νου σου και η ανασφάλεια σβήνει αδιάντροπα κάθε συναίσθηση της λογικής..
Κι όμως, παντού ακούς ένα σιγανό τραγουδάκι..
Ένα άρρυθμο, εκνευριστικό ήχο που βουίζει μέσα στα αυτιά σου..
Η φύση σήμερα για έναν ανεξήγητο λόγο γιορτάζει..Τα άστρα έχουν πάρει άδεια αναψυχής, λένε..
Κατέβηκαν να προσφέρουν συντροφιά στα πουλιά της νύχτας
και όλο το παράλληλο βασίλειο που εξαπλώνεται κάθε βράδυ μέσα στο αχανές σκοτάδι..
Και το τραγούδι τους όλο και δυναμώνει..
Με θράσος, με μανία..
"Αν μ' ακούει κάποιος, σας παρακαλώ σταματήστε!", ουρλιάζεις με όλη σου τη δύναμη..
Μα μάλλον μάταια καταπονείσαι..
Και τι δε θα 'δινες για λίγη ησυχία..
Μια σταλιά μόνο..
Και; Ποιος νοιάζεται;
Είναι κανείς πλάι σου;΄
Πόσο λαχταράς ένα χαμόγελο να σ' αγκαλιάσει και να...
Μα..
Περίμενε..
Πριν καν προλάβεις να τελειώσεις την φράση σου,
πριν καν χύσεις το χιλιοστό πρώτο σου δάκρυ..
Εμφανίζεται μια μυστήρια παρουσία μπροστά σου..
Κρύβεσαι τρομαγμένη στα σεντόνια σου και την παρατηρείς.
Την κοιτάζεις να στέκει εκεί..
Αγέρωχη, θυμωμένη..
Πόσο όμορφη φαντάζει μέσα στο μακρύ της, βαθύ γαλάζιο φόρεμα..
Με τα μακριά, ξανθιά μαλλιά της να στολίζουν το ανέγγιχτο, κατάλευκο πρόσωπό της.
Κι αυτά τα άκρως εκφραστικά μάτια που σε τρυπούν ολόκληρη..
Θα ορκιζόσουν πως την έχεις κάπου ξαναδεί..
"Σταμάτα", σου ψιθυρίζει νευριασμένα.
"Παραπονιέσαι για μοναξιά κι όμως ποτέ δεν αναρωτήθηκες
μήπως εσύ η ίδια φυλάκισες τον εαυτό σου σ' ένα απέραντο, προστατευμένο κάστρο
και παράτησες το κλειδί στους βάλτους της αμφιβολίας και μιας πικρής απαισιοδοξίας.
Δάκρυα κυλούν στο πρόσωπό σου,
ως απόκριση στην ακατάπαυστη παγωνιά που νεκρώνει την ψυχή σου.
Πόσο δύσκολο είναι σκεφτείς να ρίξεις το άγχος, τη θλίψη, την απόγνωση στο τζάκι να ζεσταθείς;
Να περάσεις ώρες ατελείωτες μπροστά απ' την φωτιά,
αφομοιώνοντας με κάθε λεπτομέρεια τις μανιασμένες τις φλόγες,
που σου προσφέρουν καταφύγιο, θανατώνοντας όλα όσα κατεβάζουν την θερμοκρασία της καρδιάς σου.
Πάψε πια να γκρινιάζεις πως έχεις πλέον χάσει το δρόμο για τον εαυτό σου.
Εκεί είναι και σε περιμένει.
Στο δικό σου μόνο χέρι είναι σταματήσεις να κόψεις τους θάμνους που περιορίζουν το τοπίο.
Μη λυπάσαι τα φίδια που δε θα βρουν τις φωλιές τους..
Είναι αυτά που τόσα χρόνια δηλητηριάζουν αδιάκοπα τη λογική σου.
Κι αν προβληματίζεσαι για το ποια είμαι εγώ
και γιατί στα λέω όλα αυτά ψιθυρίζοντας,
μάλλον πρέπει να επιστρατεύσεις τη μνήμη σου.
Είμαι όλα εκείνα τα όνειρα που εσύ σκότωσες,
με το φόβο της αποτυχίας.
Είμαι όλα τα χαμόγελα που έπνιξες απ' το πρόσωπό σου,
με τις τύψεις πως δεν τα άξιζες.
Είμαι όλα τα ταξίδια που δεν τόλμησες,
με την πρόφαση πως είχες δουλειά.
Είμαι τα παιχνίδια που απαξίωσες,
με τη σκέψη πως δεν τα είχες ανάγκη.
Εσύ μας στίβαξες σ' ένα σκοτεινό ντουλάπι στο υπόγειο σου
και αγνόησες περιφρονητικά την ύπαρξή μας.
Δεν έχουμε πλέον φωνή, δεν έχουμε άλλη δύναμη να τσιρίξουμε.
Μόνο μια ατέρμονη ελπίδα πως κάποτε θα μας ελευθερώσεις.
Μην θυμώνεις με τ' αστέρια.
Συνωμότησαν κι αυτά, να μας χαρίσουν λίγο χρόνο, μήπως σε συνετίσουμε.
Δεν είμαι σίγουρη αν τελικά καταφέραμε κάτι και τι ακριβώς είναι αυτό..
Δε γνωρίζω αν κάποια αχτίδα αισιοδοξίας
κατόρθωσε να διασχίσει τις θωρακισμένες πόρτες του μυαλού σου.
Ξέρω μόνο πως ο χρόνος μας κάπου εδώ τελειώνει.
Οι τελευταίοι κόκκοι αγγίζουν τη βάση της κλεψύδρας..
Φρόντισε να ονειρευτείς γλυκά σήμερα.
Κι αν ποτέ αμφιβάλεις για το αν όλο αυτό συνέβη στ' αλήθεια
ή ήταν μια φαντασίωση, μια ομίχλη, μια περίεργη συνέπεια της κούρασής σου..
Θυμίσου αυτή τη γλυκόπικρη γεύση στα χείλη σου,
το φτερούγισμα και τη ζεστασιά στην καρδιά σου..
Αυτή ποτέ δε θα σε κοροϊδέψει,
όσο κι αν τη μάτωσες,
όσες πληγές κι αν της προκάλεσες,
όσες χαρακιές με τα μαχαίρια της απελπισίας σου.
Ποτέ μην το ξεχάσεις αυτό.."
Αυτές ήταν οι τελευταίες της λέξεις.
Κι έτσι απλά, εξαφανίστηκε.
Σαν ένα σύννεφο που απέδωσε όλες τις σταγόνες του
και χάθηκε στον ορίζοντα.
...
Κοιμήσου.
Τίποτε δε θα 'ναι ίδιο αύριο.
Στο υπόσχομαι.