Τετάρτη 3 Σεπτεμβρίου 2014

Περιμένοντας έναν ήρωα...



Ξημέρωσε μια μέρα διαφορετική απ΄ όλες τις άλλες... Το νιώθω στον άνεμο που παίζει περίτεχνα με τα ταλαιπωρημένα μου μαλλιά... Το αισθάνομαι στο άρωμα του εδάφους που μόλις ποτίστηκε από μια οργισμένη καταιγίδα... Είναι φανερό στα χρώματα του ουρανού, που μοιάζουν να επιθυμούν να μας εξιστορήσουν το δικό τους παραμύθι... Υπάρχουν άραγε, όμως, παραμύθια, στην πραγματική ζωή; Και αν ναι, ποιοι είναι οι αληθινοί ήρωες; Γεννιούνται έτσι;

Αν ρωτήσετε εμένα, αποφάσισα πριν πολλά πολλά χρόνια να πετάξω το κλειδί κάθε σχετικής ανάμνησης στον ωκεανό της λήθης...  Κάποιος κάπου κάποτε, βλέπετε, αποφάσισε να με ανακηρύξει "ήρωα", δίχως να αναλογιστεί στιγμή πως τούτο θα μετασχημάτιζε ολόκληρη τη ζωή μου σε έναν αδιάκοπο αγώνα δρόμου... Μη με παρεξηγήσετε, δεν έχω πρόθεση να φανώ αχάριστος ή υπερόπτης, θαρρώ πως ποτέ δεν υπήρξα, άλλωστε... Νομίζω, ωστόσο, πως, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, είναι αδύνατο να αισθανθείς την ειλικρινή, αφόρητη δυστυχία που πλημμυρίζει την κατοικία του μυαλού ενός λεγόμενου "ήρωα", αν ο ίδιος δεν έχεις υπάρξει ένοικος...

Προσωπικά, ποτέ δεν πίστεψα πως άξιζα έναν τέτοιον τίτλο, ούτε καν έναν παρόμοιο... Ένιωθα, νιώθω και πάντοτε θα νιώθω ένας κοινός, τυπικός και απαράλλαχτος θνητός σαν όλους τους άλλους... Αυτοί οι άλλοι, όμως, είχαν τελείως διαφορετική άποψη... Για χρόνια προσπαθούσα να τρυπώσω κρυφά στις αποθήκες του νου τους, να κλέψω μια μικρή μικρή γεύση του τι ακριβώς θεωρούσαν ηρωικό...  Η περιφρούρηση, όμως, ήταν υπερβολικά σκληρή... Χαμένος στο λαβύρινθο αόριστων ιδεών και νοημάτων, το μόνο που κατάφερα ήταν να μπερδεψω τον κόμπο της ταπεινής μου σκέψης ακόμη περισσότερο...

Τώρα, πλέον,  δεκαετίες μετά, ο κόσμος καλεί έναν νέο, φρέσκο ήρωα στην επιφάνεια... Δεν πάει άλλο, λένε... Τον χρειαζόμαστε, λένε... Κι εγώ; Εγώ τι πρέπει να κάνω τώρα; Υπάρχει άραγε ημερομηνία λήξης ή συνταξιοδότησης γραμμένη στο κουτί των καθηκόντων μου και γιατί δεν την πρόσεξα ποτέ; Στο κάτω-κάτω, τι σόι ήρωας είμαι, αν τώρα λιποψυχήσω; Αν δεν είναι αυτό προδοσία, τότε τι;

Έψαξα για ώρες ατελείωτες, σε κάθε λεξικό, τη σημασία αυτής της χιλιοειπωμένης λέξης... Ήρωας, λοιπόν, φαίνεται πως είναι, τελικά, εκείνος που δε διστάζει να θυσιάσει τα πάντα στον ιερό βωμό του συλλογικού συμφέροντος. Ήρωας είναι εκείνος που στερείται τους πάντες και τα πάντα, που απαρνείται κάθε εγωισμό, κάθε ατομική επιδίωξη, έως την αναπόφευκτη ημέρα του θανάτου του... ΄Η, εναλλακτικά, έως τη στιγμή που θα κατορθώσει να εξαλείψει κάθε αδικία, δολιότητα και μοχθηρία, στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, σε ολόκληρο το απέραντο σύμπαν... Είναι όμως άραγε αυτό δυνατό ή μια ακόμη ουτοπία; Μήπως ο εγωισμός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ανθρώπινη φύση; Ίσως ναι, ίσως και όχι... Κανείς δεν τόλμησε ποτέ να ισχυριστεί πως είναι εύκολα παρόμοια εγχειρήματα, αλλά είναι τουλάχιστον εφικτά; 

Για μένα, η ειλικρινή, βαθύτατη τραγωδία δεν έγκειται όμως σε αυτό. Ήρωας είναι εκείνος που προσπαθεί να δημιουργήσει έναν κόσμο, ο οποίος δεν τον χρειάζεται. Ακόμη, λοιπόν, κι αν κάποιος κατόρθωνε μ' έναν μαγικό, απίστευτο, θαυματουργό τρόπο να αφανίσει κάθε σταγόνα κακίας απ' την βροχή της ανθρωπότητας, αυτό θα σήμαινε πως η αποστολή του θα είχε τελειώσει εκεί... Και ως τότε, θα είχε ήδη θυσιάσει αμετάκλητα τα πάντα...  Θα είχε ήδη κάψει κάθετι προσωπικό στην φωτιά ενός "ευρύτερου, ανώτερου στόχου σωτηρίας της κοινωνίας"... 

Μήπως, τελικά, ακόμη και η αποδοχή ενός τέτοιου χαρακτηρισμού είναι συνυφασμένη με μια αιώνια καταδίκη; Πόσα μπορεί να χαρίσει κάποιος, πριν πάψει να απομένει στον ίδιον τίποτα; 

Πιστέψτε με, δυστυχώς ή ευτυχώς, η έννοια του ήρωα είναι, ακόμη, φριχτά φυλακισμένη σε ορισμένους ψηλούς πύργους και μακρινά κάστρα χαμένων, φανταστικών παραμυθιών... Αλλά δεν έχουν όλα τα παραμύθια ευτυχισμένο τέλος...



Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2014

Σταγόνες ελευθερίας..



Βρέχει.. Μία μία οι σταγόνες κυλούν στο διψασμένο έδαφος, σαν σε ατέρμονο αγώνα για ένα άγνωστο βραβείο.. Η φύση είναι οργισμένη για κάποιον λόγο..

Αυτή ήταν η μέρα που αποφάσισαν να τον αφήσουν ελεύθερο... Χωρίς εξήγηση, χωρίς αιτία, χωρίς ούτε τον παραμικρό διάλογο.. Μετά από είκοσι ολόκληρα χρόνια εγκιβωτισμένος μέσα στην φυλακή τεσσάρων γκριζωπών, ετοιμόρροπων τοίχων, πλέον είχει τη δυνατότητα να ξεφύγει.. Το ερώτημα ήταν: να πάει που; Όλοι οι δρόμοι έμοιαζαν άγνωστοι, όλα τα πρόσωπα μπερδεμένα, ανέκφραστα.. Τίποτε πλέον δεν θύμιζε τη ζωή πριν.. Πριν από τι; Αυτό είναι μια άλλη ιστορία, πικρή, σκοτεινή, κατακρεουργημένη σε μικρά μικρά κομμάτια που κάθε μέρα χάραζαν και πλήγωναν την ψυχή του..Τίποτε δεν ήταν ίδιο πια..

Χαώδεις σκέψεις και ανεξήγητα συναισθήματα ταλάνιζαν το λιγοστό μυαλό που του είχε απομείνει.. Άραγε τον περίμενε κανείς; Κι αν ναι, θα τον αναγνώριζαν; Αδιαμφισβήτητα, ο χρόνος είχε αδίστακτα αφήσει την σφραγίδα πάνω του.. Το άγριο μαύρο των μαλλιών του είχε πλέον ξεθωριάσει, το δέρμα του είχε υιοθετήσει κύματα ρυτίδων, η όραση του είχε εξασθενήσει κατά πολύ.. Σαν να μην ήταν όλα αυτά αρκετά, ο δαίμονας της απομόνωσης δεν είχε διστάσει να κλέψει κάθε λάμψη από τα μάτια του, κάθε σπίθα ενθουσιασμού από την φωνή του.. Η φωτιά της εγκατάλειψης είχε κι αυτή κατακάψει κάθε παλιό όνειρο, κάθε λουλούδι ελπίδας στο δέντρο της ψυχής του.. Τίποτε δεν ήταν ίδιο πια..

Καθώς η βροχή σιγά σιγά δυνάμωνε, αναγνώρισε ένα παλιό σοκάκι, που έβλεπε κάθε βράδυ στα όνειρά του.. Πλέον το όνομα "σοκάκι" δεν του ταίριαζε βέβαια διόλου, καθώς όλα είχαν αρωματιστεί με την κολώνια του "εκσυγχρονισμού".. Πολυκατοικίες, πολυκαταστήματα, αγέρωχα κτίρια απρόσωπων εταιριών..Τι γύρευε εκεί πλέον; Μα τη ζωή του πίσω.. Το πρόβλημα ήταν ότι δεν ήξερε από ποιον να τη ζητήσει.. Ο άνεμος είχε σκορπίσει τα κομμάτια της παντού..Τίποτε δεν ήταν ίδιο πια..

Ξεκίνησε να ανεβαίνει την ανηφόρα, με όση δύναμη κρατούσε οριακά τους πνεύμονές του ζωντανούς.. Ο εκκωφαντικός θόρυβος των αυτοκινήτων δίπλα του έκανε τον ήχο της βροχής να φαντάζει ανεπαίσθητος.. Σε κάθε βήμα του αγκομαχούσε και τα κτίρια γύρω του, όλα εκείνα που είχε αυθόρμητα και αυτόματα μισήσει, είχαν μετατραπεί στο μοναδικό του στήριγμα.. Άρχισε να αναρωτιέται μήπως όλα τούτα τελικά ήταν μάταια.. Τι περίμενε να αντικρίσει; Επιζητούσε ηθελημένα την απογοήτευση; Για μια στιγμή, πέρασε απ' το μυαλό του να γυρίσει πίσω.. Ναι, πίσω, από εκεί που ξεκίνησε και εκεί που τόσο άδικα είχε καταλήξει πριν πολλά πολλά χρόνια.. Να επιστρέψει και να παρακαλέσει, να κλάψει γοερά, να πέσει στα πόδια όλων να τον κρατήσουν φυλακισμένο για λίγα ακόμη χρόνια.. Ή και για πάντα, ποιος ξέρει.. Δεν ήταν έτοιμος να συναντήσει την φριχτή πραγματικότητα του έξω κόσμου.. Και ίσως τελικά, ποτέ να μη γινόταν.. Άλλωστε, τίποτε δεν ήταν ίδιο πια..

Μετά από αρκετή ώρα, όταν οι κεραυνοί και οι αστραπές κατέδειχναν πλέον φανερά το μανιασμένο τους θυμό, κατάφερε να φτάσει στον χώρο, που παλιά καλούσε υπερήφανα σπίτι. Η ζάλη γρήγορα τον κυρίευσε και έπεσε στο έδαφος, παρακαλώντας τη γη να ξεριζώσει την καρδιά του, να πάψει να πονά. Τίποτε δεν είχε μείνει ίδιο πια..  Στην θέση του παλιού οικοδομήματος, βρισκόταν ένα άδειο οικόπεδο, θυμίζοντας την άδεια πλέον του ψυχή.. Στην θέση του κήπου που τόσο λάτρευε, είχαν φυτρώσει οργισμένα, άγαρμπα αγριόχορτα.. Όσο δυνατός κι αν είχε συγκρατηθεί έως τότε, δεν άντεξε να παλεύει με τα δάκρυά του.. Άρχισαν κι αυτά να χύνονται, δίχως τελειωμό, σαν σε έναν άκαιρο διαγωνισμό ταχύτητας με τις βροχοσταλίδες.. Δεν είχε πλέον καμία αμφιβολία: Δεν ανήκε εδώ..

Ξάφνου μια γνώριμη φωνή ακούστηκε να κραυγάζει από απόσταση: "Θοδωρή; Θοδωρή; Θοδωρή εσύ είσαι;"..Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, παρά τα κορναρίσματα των αυτοκινήτων, μια γυναίκα κατάφερε να φτάσει δίπλα του, να τον αγγίξει.. Ήταν, χωρίς αμφιβολία, πανέμορφη, ακόμη κι αν οι μπότες της είχαν γεμίσει με λάσπες και το παλτό της έσταζε αδιάκοπα νερό. "Θοδωρή, απάντησέ μου, σε παρακαλώ!", συνέχιζε να φωνάζει. Εκείνος, κατακλυσμένος από τη ζάλη, το μόνο που μπόρεσε να αρθρώσει τραυλίζοντας, σχεδόν, ήταν "Αναστασία.. Με γνώρισες, αλήθεια.. Με.. Με γνώρισες" Στο πρόσωπό της ζωγραφίστηκε ένα διστακτικό χαμόγελο, ενώ εκείνη του έσφιξε το χέρι: "Θα σε γνώριζα παντού.. Ποτέ δεν έφυγες από κοντά μου.. Γκρέμισα το σπίτι μας, γιατί δεν άντεχα να αντικρύζω τα πρωινά το ηλιοβασίλεμα χωρίς εσένα.. Και οι νύχτες γίνονταν αφόρητες, με συντροφιά μονάχα το φεγγάρι.. Ακόμη κι εκείνο φαινόταν λιγότερο μοναχικό απ' ό,τι εγώ.. Ναι, Θοδωρή μου, κάθε μυρωδιά ομορφιάς, χαράς πνίχτηκε στην απέραντη θάλασσα της απουσίας σου.. Δεν πέρασε δευτερόλεπτο που να μη νοστάλγησα εσένα.. Δεν πέρασε στιγμή που να μη νοστάλγησα το παραμύθι μας..", είπε και σταμάτησε απότομα, καθώς δάκρυα κατέκλυσαν και το δικό της πρόσωπο. "Δεν πίστεψα ποτέ ότι έκανες τίποτα κακό, δεν είσαι ικανός, το ξέρω.. Συγγνώμη που δεν μπόρεσα να σε σώσω απ' τα δεσμά της αδικίας.. Κάθε μέρα βίωνα κι εγώ το μαρτύριο ενός εγκλωβισμού στις αιώνιες τύψεις μου.. Συγγνώμη.. "

Αυτό ήταν..  Οι κουβέντες σταμάτησαν, ήταν μάταιες πια, άλλωστε.. Τα σώματα τους ενώθηκαν σε μια ατελείωτη αγκαλιά ειλικρινούς αγάπης και η βροχή έμοιαζε πλέον να πανηγυρίζει, μαζί τους, το γλυκό αυτό αντάμωμα.. Από αυτή τη στιγμή και μετά, δεν αποχωρίστηκαν ποτέ ο ένας τον άλλον.. Αρκετά κύματα δυστυχίας είχαν χτυπήσει το καράβι τους.. Ώρα για γαλήνη, ηρεμία, φως.. Σίγουρα, τίποτε δεν ήταν ίδιο πια. Αυτή την φορά, όμως, οι αλλαγές μόνο τους χαμογελούσαν.

Ίσως, τελικά, εμείς οι ίδιοι να κρατούμε τα κλειδιά στο κελί του φόβου και της απογοήτευσής μας.. Ίσως η ελευθερία, τελικά, να ΄ναι πιο τρομαχτική.. Και ίσως πάλι όχι.. 











Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2014

Δέκα τελευταία λεπτά...



Δέκα λεπτά

Εγώ.. Εγώ θα πεθάνω..
Ποιος είμαι; Που είμαι; Από που ήρθα; Kαι γιατί είμαι εδώ; Tόσα ερωτήματα τριβελίζουν τα ντουλάπια του μυαλού μου κι, όμως, όλα φαντάζουν μάταια πια.. Κάθε σκέψη, κάθε όνειρο, κάθε στόχος μετατρέπεται σε σκόνη μπροστά στην αδίστακτη φωτιά του επερχόμενου θανάτου..
Παρατηρώ τις αχτίδες του ηλίου να παίζουν κοροιδευτικά με τον ορίζοντα και τ' αστέρια να κυνηγιούνται, χαρίζοντας λιγοστό ακόμα φως στον τόσο απέραντο, αλλά και τόσο μικροσκοπικό, μου κόσμο, ταυτόχρονα. Υπάρχει άραγε κάποιος να κατηγορήσω; Ίσως κάποια αρχαία κατάρα με εγκλώβισε χαιρέκακα σ' αυτήν την τόσο πικρή ειρωνεία. Ξόδεψα κάθε λεπτό, κάθε δευτερόλεπτο της ζωής μου, αναρωτούμενος πόσο γλυκιά θα ήταν η άφιξη εδώ και πόσο ανυπερβλητο το θέαμα του πλανήτη που καλώ κατοικία από ψηλά, απ' το διάστημα. Κι όμως, σε δέκα μόνο λεπτά, όλα θα 'χουν τελειώσει. Σε δέκα μόνο λεπτά, όλα θα θυμίζουν ένα παρανάλωμα μιας άσβεστης ματαιοδοξίας.

Ψέματα, πλέον έμειναν μόνο εννέα.

Πόσο διαφορετικά κυλά ο χρόνος στο διάστημα.. Πόσο ανόητα μοιάζουν όλα, όταν κάθε στιγμή το οξυγόνο λιγοστεύει.. Ίσως, πάλι, δε θα 'πρεπε να παραπονιέμαι.. Ίσως θα 'πρεπε να συμβιβαστώ.. Μπορεί, τελικά, αυτός να 'ναι ο θάνατος που κάποιοι περιγράφουν ως "ήρεμο".. Εδώ πάνω, μόνος, ανάμεσα στα περιπλανώμενα σύννεφα, μακριά από κάθε ύπουλο δημιούργημα της ανθρωπότητας.. Ίσως πάλι να κάνω λάθος.. Κι όμως, δεν έχω περιθώρια επιλογής πλέον..

Οκτώ λεπτά

Είναι άδικο.. Ναι, είναι πολύ άδικο.. Κάθε εναπομένουσα φωνή μέσα μου, γεμάτη παράπονο κραυγάζει "Γιατί εγώ;;;" Η θολή εικόνα της γης μπροστά μου μού θυμίζει πόσο μόνος είμαι.. Δισεκατομμύρια άνθρωποι αυτή τη στιγμή απολαμβάνουν την καθημερινότητά τους, θεωρώντας κάθε στάλα οξυγόνου απολύτως δεδομένη.. 'Αλλοι γελούν ξέγνοιαστα, άλλοι τρέχουν, κάποιοι γράφουν, κάποιοι κοιμούνται, κάποιοι μάλιστα καβγαδίζουν.. Κανείς τους δεν φαντάζεται το δράμα ενός ζευγαριού, σχεδόν απενεργοποιημένων πνευμόνων, που αναζητούν απελπισμένα μια τζούρα ζωής..

Επτά λεπτά

Εντάξει, ξέρω πως δεν ήμουν ποτέ άγιος.. Λάθη φύτρωναν διαρκώς στον κήπο των πράξεών μου.. Μήπως όλα αυτά είναι τελικά η τιμωρία μου; Και ποιος την αποφάσισε; Ποιος με καταδίκασε; Δεν άξιζα άραγε ούτε μια τελευταία ευκαιρία; Είμαστε όλοι άνθρωποι και, στο ταξίδι αυτό που λέγεται ζωή, δυστυχώς ή ευτυχώς, θα πληγώσουμε και θα πληγωθούμε, θα προδώσουμε και θα προδοθούμε, θα τιμωρήσουμε και θα τιμωρηθούμε.. Ίσως εγώ να το παράκανα λιγάκι.. Ίσως τα κύματα της ίδιας μου της υπέρμετρης ματαιοφροσύνης να μ' έπνιξαν στον άγριο αυτό ωκεανό της καταστροφής..

Έξι λεπτά

Φοβάμαι.. Βαρέθηκα να προσποιούμαι τον γενναίο.. Φοβάμαι τόσο πολύ.. Για την ακρίβεια, είμαι τρομοκρατημένος.. Δε θέλω να πεθάνω έτσι, εδώ, μόνος.. Δε θέλω το σώμα μου να χαθεί, να περιπλανιέται, για πάντα, άσκοπα, μέσα στο ατελείωτο διάστημα.. Άλλα όνειρα είχα εγώ.. Κάποτε φύλαγα ένα κιτρινισμένο τετράδιο κάτω από το μαξιλάρι μου.. Ήθελα να ταξιδέψω, ήθελα να πιώ τις χαρές κάθε ροφήματος της ζωής.. Επιθυμούσα το όνομά μου να χαραχθεί με χρυσά γράμματα στη λίστα των πρωτοπόρων οδοιπόρων του διαστήματος.. Και τελικά..

Άλλα πέντε λεπτά

Θα με θυμάται άραγε κανείς; Η οικογένειά μου; Οι φίλοι; Οι γνωστοί; Oι συνεργάτες; Τι ήμουν για εκείνους; Ένας ανώριμος, ριψοκίνδυνος εγωιστής; Κάποιος πάντοτε χαμένος στους λαβυρίνθους της δικής του κενοδοξίας; Το πιο πιθανόν είναι να λησμονήσουν ακόμη και το όνομά μου..

Τέσσερα λεπτά

Τι θα απογίνει άραγε η ψυχή μου; Ποτέ δεν πίστευα στη ζωή μετά τον θάνατο.. Eδώ ψηλά, όλα όμως αλλάζουν.. Όσο μια-μια πέτρα απ' το ψηφιδωτό της τελευταίας μου ελπίδας κατεδαφίζεται, τόσο θέλω να υιοθετήσω την πεποίθηση ότι υπάρχει συνέχεια, ότι δεν τελειώνουν όλα εδώ.. Πάντοτε στο παρελθόν θεωρουσα τέτοιες ελπίδες αφελείς, αλλά και πάλι, τίποτε δεν είναι ίδιο με το παρελθόν πλέον..

Τρία λεπτά

Αισθάνομαι σιγά σιγά την έλλειψη οξυγόνου να γίνεται αφόρητη, το δέρμα μου σίγουρα θα έχει μελανιάσει ήδη.. Πρέπει να το αποδεχτώ, δε μου απομένει και πολλή ώρα, άλλωστε.. Είναι κακό στην άμμο να χτίζεις παλάτια, δε λένε; Έτσι, μάταιο είναι να περιμένεις ένα θαύμα, να ταλανίζεσαι από ανόητες ψευδαισθήσεις, μια τέτοια ώρα.

Δύο λεπτά

Τι όμορφη που είναι η θέα από εδώ πάνω..  Καμιά ταινία, καμιά περιγραφή δεν θα μπορέσει ποτέ να αγγίξει αυτό το πανδαιμόνιο ονειρικής, κρυστάλλινης γοητείας. Όπου κι αν προσανατολίσω το βλέμμα μου, θαμπώνομαι από το απαστράπτον κάλλος των μακρινών αστεριών, των πλανητών και του άρχοντα Ηλίου.. Μπορεί, τελικά, μ' έναν ολοκληρωτικά, εκνευριστικά μακάβριο τρόπο, να μπορούσα να χαρακτηριστώ εως και τυχερός.. Ποιός θα φανταζόταν ότι το σώμα του θα πλανιέται ατέρμονα μέσα στο χάος του σύμπαντος; Ίσως τελικά να είμαι και αχάριστος..

Ένα λεπτό

Η απελπισία έχει πλέον κλειδώσει πεισματικά σ' ένα αραχνιασμένο συρτάρι τον εναπομείναντα ειρμό μου.. Κατακρεουργημένα όνειρα, σκισμένες ελπίδες, συσσωρευμένες απογοητεύσεις και χειρουργημένα αισθήματα θάβονται κάπου βαθιά μες στο νεκροταφείο του μυαλού μου.. Όλα έχουν παγώσει.. Ας δώσει κάποιος ένα τέλος σ' αυτό το φριχτό μαρτύριο.. Δεν υπάρχει τίποτε να κάνω πια.. Δεν είμαι δυνατός.. Δεν είμαι ήρωας.. Συγν....